Πως
Πως

Πότε Βούδας, πότε Κούδας: Πως βγήκαν οι στίχοι;

Πότε Βούδας, πότε Κούδας: Οι στίχοι και η ιστορία

Πότε Βούδας, πότε Κούδας
Πότε Βούδας, πότε Κούδας

Δείτε ποια είναι η ιστορία του τραγουδιού “Πότε Βούδας – Πότε Κούδας” και πως γράφτηκε αυτό το άσμα.

Δείτε ποια είναι η ιστορία του τραγουδιού “Πότε Βούδας – Πότε Κούδας”. Είναι το τραγούδι που έγραψε ο συνθέτης Πέτρος Βαγιόπουλος.

Πρόσφατα μάθαμε την ιστορία για το τραγούδι Πότε Βούδας – Πότε Κούδας.

Την αστεία ιστορία, εξιστόρησε ο συνθέτης Πέτρος Βαγιόπουλος στην εκπομπή της ΕΡΤ “Μουσικό Κουτί” με το Νίκο Πορτοκάλογλου και τη Ρένα Μόρφη.

Εκείνη την περίοδο που ξεκίνησε να γράφει το τραγούδι, είχε αγοράσει ένα μπουζούκι μικρό.

Καθώς άρχισε να βγάζει μουσικούς ήχους από το όργανο, κατέληξε στον ρυθμό του Πότε Βούδας, πότε Κούδας.

Όταν κάποιος φτιάχνει ένα τραγούδι, πάντα ανακαλύπτει τον ρυθμό και έπειτα το “ντύνει” με τους στίχους.

Ήθελε όμως να το ακούσει και ο Ρασούλης όπου θα του έλεγε την άποψη του και παράλληλα θα του έδινε και ιδέες για να συνεχίσει το ντύσιμο του τραγουδιού με στίχους.

Προσπάθησε πολύ να τον βρει αλλά δεν κατάφερε να τον εντοπίσει στα τηλεφωνήματα που έκανε.

Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν τα κινητά τηλέφωνα για να μπορέσει να τον βρει αμέσως.

Αφού δεν βρήκε τον Ρασούλη, τότε βρήκε μπροστά του ένα περιοδικό στο οποίο ήταν εκδότης.

Έτσι λοιπόν ξεκινά το ξεφύλλισμα του περιοδικού και βγαίνουν σιγά-σιγά οι στίχοι.

Πότε Βούδας, πότε Κούδας,
Πότε Ιησούς κι Ιούδας
Έχω καταλάβει ήδη
της ζωής μου το παιχνίδι

Για τον παραπάνω στίχο, πήρε το περιοδικό, το ανοίγει σε τυχαία σελίδα και διαβάζει: “Πότε Βούδας, πότε Κούδας έχω καταλάβει ήδη Πότε Ιησούς, κι Ιούδας της ζωής μου το παιχνίδι”. Του έκανε το κλικ και κράτησε αυτό τον στίχο.

Όλο ίδια και τα ίδια,
Του μυαλού σου ροκανίδια

Στο ίδιο περιοδικό βρίσκει και άλλο δίστιχο. Διαβάζει, λοιπόν, τι έγραψε ο Ρασούλης για έναν γνωστό καλλιτέχνη: “Άκουσες τη συνέντευξη που έδωσε; Ποια συνέντευξη; Όλο ίδια και τα ίδια του μυαλού του ροκανίδια“.

Άλλο ο ανοιχτομάτης
κι άλλο ο αυγουλομάτης

Ο παραπάνω στίχος του ήρθε με το που είδε την φωτογραφία ενός υπουργού εκείνης της εποχής. Είχε μάτια πεταχτά στο ενσταντανέ.

Στο πα μια και στο πα δύο,
Στο πα χίλιες δέκα δύο
Βρε δεν είναι εδώ το Σούλι,
Εδώ είναι του Ρασούλη

Το πιο ξεκαρδιστικό από όλα ήταν ο παραπάνω στίχος. Δεν χρειάστηκε να τον βρει πουθενά αλλά θυμήθηκε μια ιστορία που του είχε πει ο Ρασούλης.

Ο ίδιος έμενε σε ένα υπόγειο και είχε καταντήσει κουραστικό, κάθε πρωί στις 7 να μαζεύονται έξω από το παράθυρο του γειτόνισσες που κουτσομπόλευαν .

Ο ίδιος τους είχε κάνει δεκάδες παρατηρήσεις μιας και εκείνη την ώρα κοιμότανε.

Οι ίδιες δεν έπαιρναν από λόγια και έτσι ένα πρωινό εμφανίστηκε ακατάλληλα μπροστά τους.

Όταν τον είδαν τρόμαξαν και έφυγαν ενώ ο ίδιος τις φώναζε: “Βρε δεν είναι εδώ το Σούλι, εδώ είναι του Ρασούλη“.